ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ… JUNIOR

Καλώς ήρθατε στο νέο μας μηνιαίο αφιέρωμα, «Μια μέρα από τη ζωή…», με το οποίο θα μοιραζόμαστε μαζί σας την ιστορία ορισμένων από τους πλέον αγαπημένους ενοίκους της Syros Cats. Αυτόν το μήνα, θα δούμε την ιστορία του Junior, που γρήγορα έμαθε ότι δεν είναι όλοι οι άνθρωποι φιλικοί…

Γεννήθηκα πίσω από την παραλία στο Κίνι την Άνοιξη, τότε που ανοίγουν οι ταβέρνες και αρχίζουν να έρχονται οι τουρίστες, και υπήρχε πολύ φαγητό για μένα και τη μαμά μου. Έμαθα να κάνω φίλους τους τουρίστες και αντέγραφα τη μαμά μου, τριβόμουν στα πόδια τους και ήμουν πολύ χαριτωμένος! Συνήθως, αυτό έκανε δουλειά και μου έδιναν νόστιμες λιχουδιές, αλλά μερικές φορές όσο και να προσπαθούσα πήγαινα για ύπνο νηστικός.

Έμαθα μερικές ανθρώπινες λέξεις και έτσι μπορούσα να καταλαβαίνω ποιος είναι φιλικός, και ποιος όχι. Μερικοί από τους επισκέπτες ήταν απαίσιοι, και έπρεπε να αποφεύγω τις κλωτσιές τους, μερικοί άφηναν τα παιδιά τους να τραβάνε την ουρά μου ή να την πατάνε. Αυτό πονούσε πολύ.

Η μαμά μου φρόντιζε εμένα και τον αδερφό μου όσο ήμασταν μικροί, αλλά μια μέρα μας είπε ότι πλέον ήμασταν αρκετά μεγάλοι για να φροντίζουμε τους εαυτούς μας. Μια μέρα κάποιος ήρθε και πήρε τον αδερφό μου κι εγώ έμεινα μόνος να κρυώνω. 

Οι γάτες στην παραλία μιλούσαν για το «παντοτινό τους σπίτι», αλλά δεν ήξερα τι σημαίνει αυτό. Είχα ακούσει ότι υπήρχαν μέρη, όχι πολύ μακριά, ζεστά και ασφαλή, όπου οι άνθρωποι ήταν καλοί και δε χρειαζόταν να τσακωθείς για το φαγητό σου. Αλλά ιστορίες από άλλες γάτες για ταξίδια μέσα σε κλουβιά μεταφοράς για να πάνε στον ειδικό γιατρό, με τρόμαζαν. Και φοβόμουν να φύγω από το μέρος που γνώριζα.

Μια μέρα βρήκα το κουράγιο να ψάξω ένα καλύτερο μέρος για να ζήσω…

Ήμουν περίπου τριών μηνών, με ωραία λευκά μουστάκια και γερές άσπρες πατούσες. Το μαύρο τρίχωμά μου ήταν καθαρό και γυαλιστερό, και τα δόντια μου έλαμπαν. Ξεκίνησα να περπατώ προς το κέντρο του νησιού από την παραλία. Δεν ήταν εύκολο να αφήσω το μέρος που γνώριζα, αλλά ήμουν έτοιμος για μια περιπέτεια!

Το ταξίδι μου πήρε μερικές μέρες και ήμουν πολύ κουρασμένος. Στο τέλος κατάλαβα ότι είχα φτάσει σε ένα καλό μέρος. Πολλές γάτες ξεκουράζονταν στη σκιά. Ήταν καλοταϊσμένες και ευχαριστημένες. Μπορούσα να δω μικρά άνετα σπιτάκια, δέντρα για σκαρφάλωμα και μπολ με φαγητό και φρέσκο νερό. Με τόσες πολλές άγνωστες γάτες εκεί γύρω, φοβόμουν να πλησιάσω και περίμενα κάτω από έναν κάδο σκουπιδιών απέναντι, προσπαθώντας να αποφασίσω τι να κάνω μετά. Πεινούσα και διψούσα.

Ξαφνικά, ένας άνθρωπος με πήρε στην αγκαλιά του – ξαφνιάστηκα και δεν πρόλαβα να διαμαρτυρηθώ ή να χρησιμοποιήσω τα νύχια μου! «Δεν μπορείς να μείνεις στο δρόμο» είπε, «η κίνηση είναι επικίνδυνη για τις μικρές γάτες, πάμε να φας.» Κατεβήκαμε ένα μονοπάτι με σκαλιά και με παρέδωσε σε έναν άλλο άνθρωπο που καθόταν στη σκιά στη βεράντα.

«Βρήκα ένα γατάκι κάτω από τον κάδο, θα το πάρεις; Είναι μικρός και τρομαγμένος.»

Άπλωσε τα χέρια της – κούρνιασα κάτω από το πηγούνι της. Ήταν ζεστά και ένιωσα ασφαλής.

«Γεια σου Junior» είπε. «Είσαι η πιο μικρή γάτα εδώ και η μοναδική tuxedo / ασπρόμαυρη.» Το Junior δεν προοριζόταν να παραμείνει το όνομά μου, αλλά τελικά κόλλησε σε όλους να με φωνάζουν έτσι και μου κατάλαβα πως μου αρέσει.  

Εκείνη την ημέρα πριν τόσο καιρό, κατάλαβα ότι είχα βρει έναν άνθρωπο με τον οποίο θα είχα μια ιδιαίτερη σχέση. Δε γουργουρίζω πολύ δυνατά, όπως κάποιες άλλες γάτες που μερικές φορές ακούγονται σα μηχανές, αλλά προσπάθησα πολύ να γουργουρίσω για να δείξω την ευγνωμοσύνη μου και να πείσω την καινούρια φίλη μου να γίνει η ανθρώπινη μαμά μου. Με αγκάλιασε και με χάιδεψε, ενώ μιλούσε απαλά. Δεν τα καταλάβαινα όλα, αλλά εκείνη τη στιγμή κατάλαβα ότι βρήκα το παντοτινό μου σπίτι”.

Share this post